Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Η εξαφάνιση του Γιώργου

Ήταν Δευτέρα απόγευμα, όταν εξαφανίστηκε ο Γιώργος από την παιδική χαρά. Για μια στιγμή, μόνο για μια στιγμή, η Ζέτα έστρεψε αλλού το βλέμμα της κι όταν το επέστρεψε, ο Γιώργος δεν ήταν εκεί.
Κόλλησε στη γειτονιά και στους σταθμούς των τρένων αφίσες. Κόλλησε στο αυτί της το κινητό της τηλέφωνο, μη τυχών και χάσει κάποια κλίση που θα αφορούσε τον Γιώργο. Πέρασαν πέντε μέρες. Τίποτα. Πέρασαν δέκα μέρες. Τίποτα. Η Ζέτα είχε πάει να τρελαθεί. Δεν είχε άλλον στον κόσμο, παρά τον Γιώργο. Τέσσερα χρόνια τώρα είχε δώσει νόημα στη ζωή της. Δεν πήγαινε πουθενά χωρίς αυτόν. Ούτε μέχρι το περίπτερο. Αν δεν τον έβρισκε σύντομα, θα έκανε καμιά τρέλα. Πήγε και στην αστυνομία. Και σε ντετέκτιβ. Δεν μπορούσαν να την βοηθήσουν. Τις μέρες τις περνούσε στην παιδική χαρά, πιστεύοντας πως ο Γιώργος θα επιστρέψει εκεί απ’ όπου έφυγε. Τα βράδια δεν κοιμόταν. Την έπαιρνε ο ύπνος κατά τις πέντε, αλλά στις έξι το πρωινό φως την ξύπναγε. Ήταν κι εκείνοι οι Κινέζοι, που είχαν ανοίξει ένα κατάστημα εδώ και δύο μήνες στο ισόγειο και ξεφόρτωναν εμπορεύματα κάθε μέρα από τις εφτά. Τα τσιν τσαν τσον πήγαιναν κι ερχόντουσαν. Διαπερνούσαν τ’ αυτιά της. Φαινόντουσαν καλοί άνθρωποι. Τους συναντούσε και στην παιδική χαρά. Έφερναν τα παιδάκια τους. Τη γλώσσα τους όμως δεν την άντεχε. Της θύμιζε και τον πρώην της, τον Γιώργο, που ήταν λάτρης του ασιατικού κινηματογράφου. Ακόμη μπορούσες να βρεις στα ράφια της βιβλιοθήκης της κάποια ξεχασμένα dvd με κινέζικες ταινίες. Της ήταν άχρηστα φυσικά. Σκεφτόταν να τα χαρίσει στην οικογένεια του ισογείου. Απ’ αυτήν πιο πολύ θα τα εκτιμούσαν. Όλ’ αυτά βέβαια, πριν εξαφανιστεί ο Γιώργος, γιατί τώρα δεν υπήρχε χώρος για τέτοιες σκέψεις.   
Την ενδέκατη μέρα, μια αφίσα ξεπρόβαλλε δίπλα στην αφίσα εξαφάνισης του Γιώργου. 
Αφορούσε την εξαφάνιση της Λίζας. Η Ζέτα την ήξερε τη Λίζα. Από την παιδική χαρά. Μέσα σε δέκα μέρες δεύτερη εξαφάνιση στη γειτονιά, δεν μπορούσε να είναι τυχαίο. Στο μεταξύ, ο Γιώργος τίποτα. Η Ζέτα είχε αρχίσει να το παίρνει απόφαση. Ήλπιζε τουλάχιστον κάποιος να τον είχε βρει ή να τον είχε κλέψει και να μην τριγυρνούσε πεινασμένος και μόνος του στο κρύο. Είχε ήδη αρχίσει να κάνει κάποιες σκέψεις για αντικατάσταση του. Θα έπαιρνε ένα γιορκσάιρ, ίδιο με τον Γιώργο κι αν ο Γιώργος επέστρεφε, θα είχε δύο. Τι ένα, τι δύο; Θα είχε και ο ένας παρέα τον άλλο. Το μόνο που την προβλημάτιζε ήταν το πώς θα τον ονόμαζε. Ήθελε να τον ονομάσει Γιώργο, αλλά αν ο Γιώργος επέστρεφε, τότε δεν θα μπορούσε να τους λέει και τους δύο Γιώργους. Βέβαια, όταν ο Γιώργος ο πρώην της έφυγε κι η Ζέτα πήρε τον Γιώργο το γιορκσάιρ, είχε τον ίδιο προβληματισμό, πως αν ο Γιώργος επέστρεφε, δεν θα μπορούσε να τους λέει και τους δύο Γιώργους. Όμως, ο Γιώργος δεν επέστρεψε κι έτσι δεν υπήρξε πρόβλημα.
Τελικά, πήρε ένα γιορκσάιρ, ίδιο με τον Γιώργο, το ονόμασε Γιώργο και ξαναβρήκε τη ρουτίνα της. Ώσπου, μετά από δέκα μέρες, μια τρίτη αφίσα τοιχοκολλήθηκε δίπλα σ’ αυτές του Γιώργου και της Λίζας. Ήταν μια αφίσα για την εξαφάνιση του Μπομπ. Η Ζέτα άρχισε να τρομοκρατείται. Φοβόταν πολύ για το μέρος που μεγάλωνε τον Γιώργο της. Όταν δίπλα στις αφίσες του Γιώργου, της Λίζας και του Μπομπ, είδε την αφίσα του Σούμο, αγόρασε μια «Χρυσή Ευκαιρία».
Σε λίγες κιόλας μέρες είχε βρει σπίτι σε άλλη γειτονιά. Την προηγούμενη μέρα της μετακόμισης κατέβηκε στο μαγαζί των Κινέζων στο ισόγειο. Ήθελε να τους χαιρετήσει και να τους χαρίσει εκείνα τα dvd. Οι Κινέζοι δεν έδειξαν να χάρηκαν με τις ταινίες. Φάνηκαν να μην τις ξέρουν καν. Τους πέτυχε βέβαια και σε παράξενη στιγμή, γιατί μετακόμιζαν κι αυτοί. Το ενοίκιο ήταν ακριβό, της είπαν. Θα πήγαιναν κάπου φθηνότερα. Χαιρετήθηκαν και την επόμενη μέρα από το πρωί, δυο φορτηγά είχαν κλείσει το δρόμο τους. Ένα για τη Ζέτα κι ένα για τους Κινέζους.
Ένα βράδυ μετά από έξι μήνες, η Ζέτα έβλεπε ειδήσεις στην τηλεόραση. Είχε μόλις βγει από το μπάνιο και ο Γιώργος ο 3ος τριβόταν στη γυμνή της γάμπα. Απορροφημένη από τις σκέψεις της, σχεδόν δεν κατάλαβε για πότε το ρεπορτάζ άλλαξε. Από τον τιμάριθμο και το καλάθι της νοικοκυράς είχε μεταπηδήσει στην εξάρθρωση από την αστυνομία μιας σπείρας Κινέζων που «απήγαγε» αδέσποτους και μη σκύλους από γειτονιές της Αθήνας και τους προμήθευε σε κινέζικα εστιατόρια. 
http://wolf.ok.ac.kr/~annyg/english/e5.htm 
Η οθόνη γέμισε με τις φωτογραφίες των ενόχων, που δεν ήταν άλλοι από τους παλιούς γείτονες της Ζέτας. Ο δημοσιογράφος συμπλήρωσε πως η οικογένεια των δραστών άλλαζε συχνά βάση, ώστε να μην προλαβαίνει να κινήσει υποψίες στους γείτονες. Η Ζέτα πανικοβλήθηκε. Σκέφτηκε τον Γιώργο τον 2ο παϊδάκια και μετά σουβλάκι. Πήγε στο μπάνιο κι έκανε εμετό. Ο Γιώργος ο 3ος την ακολούθησε. Γάβγιζε συνεχώς.
Τον εμετό της Ζέτας και το γάβγισμα του Γιώργου διέκοψε το τηλέφωνο. Η Ζέτα απάντησε. Ήταν ο Γιώργος ο 1ος. Η Ζέτα τα έχασε. Είχαν να μιλήσουν κοντά πέντε χρόνια. Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα έφτιαξε έναν φανταστικό διάλογο στο μυαλό της. Ο Γιώργος θα της ζητούσε να τα ξαναβρούνε. Η Ζέτα θα αρνιόταν. Ο Γιώργος θα επέμενε. Η Ζέτα θα του έλεγε πως δεν γίνεται γιατί δεν είναι μόνη. Ο Γιώργος θα την παρακαλούσε. Η Ζέτα θα του έδινε ραντεβού την επόμενη μέρα. Τον φανταστικό διάλογο διέκοψε, η ήρεμη φωνή του Γιώργου που της ζητούσε τα ξεχασμένα στο σπίτι της dvd με τις κινέζικες ταινίες. Η Ζέτα του απάντησε πως δεν τα έχει πια και του έκλεισε το τηλέφωνο.
Την επόμενη μέρα, η Ζέτα ξύπνησε με άθλια διάθεση. ‘Έβαλε στον Γιώργο το λουρί του και βγήκαν από το σπίτι. Πήγαν στο pet shop της γειτονιάς. Η Ζέτα ζήτησε να της φτιάξουν ένα νέο περιλαίμιο για τον Γιώργο, που να μην γράφει Γιώργος, αλλά Τζακ. Πήρε το νέο περιλαίμιο, το φόρεσε στον Γιώργο - Τζακ και γύρισαν σπίτι. Πέταξε όσα φυλλάδια κινέζικων delivery είχε στο συρτάρι της κουζίνας, 
έναν φακό που είχε αγοράσει από έναν πλανόδιο Κινέζο σε μια ταβέρνα και μια νάιλον νυχτικιά που είχε πάρει από τους παλιούς της γείτονες. Το βράδυ δεν είδε ειδήσεις. Ο Τζακ τρίφτηκε στη γάμπα της και μετά από λίγο έπεσαν για ύπνο. Το πρωί, η διάθεση της Ζέτας είχε κάπως φτιάξει. Τώρα το μόνο που της έμενε ήταν να μάθει τον Τζακ να ακούει στο νέο του όνομα. 
        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου